Μικρός δεν είχε ιδέα από θέατρο. Στο χωριό του, το Διακοφτό, ερχόταν μόνο ο Καραγκιόζης, τον οποίο δεν έχανε ποτέ.
Στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου, στο Αίγιο, συμμετείχε σε μια θεατρική παραστάση κι όλοι μετά του έλεγαν μπράβο. Τότε συνειδητοποίησε για πρώτη φορά πως μάλλον είχε ένα ιδιαίτερο ταλέντο στην ηθοποιία. Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου το 1912 στο Διακοφτό ένα παραλιακό χωριό με μικρό λιμάνι, 54 χιλιόμετρα απο την Πάτρα.
Μετά το Γυμνάσιο, επέστρεψε στο χωριό του, αλλά η μητέρα του δεν τον άφηνε να σπουδάσει. Έγραψε λοιπόν σε ένα φίλο του στην Αθήνα να του στείλει στο χωριό διάφορα θεατρικά έργα. Εκείνος του έστειλε το «Κόκκινο πουκάμισο» του Μελά, τον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας» και διάφορα άλλα κι άρχισε μόνος του να διοργανώνει παραστάσεις. Μάζευε φίλους του, τους δίδασκε πώς να παίξουν, έφτιαξε τη σκηνή και τα σκηνικά -χωρίς να έχει δει ποτέ του πραγματικό σκηνικό- και για να μη συναντήσει αντιδράσεις, έδινε τις εισπράξεις στην εκκλησία. Μετά το τέλος των παραστάσεων, το είχε αποφασίσει πλέον να γίνει ηθοποιός αλλά είπε στη μητέρα του πως θέλει να σπουδάσει δάσκαλος, γιατί μόνο έτσι θα τον άφηνε να φύγει. Έτσι πάει στην Αθήνα και γράφεται στη Σχολή του Εθνικού.
Το πρώτο καλοκαίρι που επέστρεψε στο χωριό ως «υποψήφιος δημοδιδάσκαλος» του έκαναν και προξενιό! Ένας μακρινός του μπάρμπας του πρότεινε να παντρευτεί ένα καλό κορίτσι, μόλις βέβαια έπαιρνε το πτυχίο του δασκάλου. Του πρόσφερε μάλιστα και «προγαμιαία δωρεά», εκατό χιλιάδες δραχμές, την οποία δε δέχτηκε κι ας μην είχε φράγκο στην τσέπη.
Τον επόμενο χρόνο τελειώνει τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και ο Βεάκης στέλνει στη μητέρα του συγχαρητήριο τηλεγράφημα «δι’ επιτυχία υιού σας»! Από τη χαρά της η μάνα του, που έρχεται το παιδί της δάσκαλος, κέρασε τον γραμματοκομιστή ένα πακέτο τσιγάρα. Φωνάζει και τον ηλικιωμένο δημοδιδάσκαλο του χωριού και του λέει τα νέα. «Δόξασοι ο Θεός» λέει εκείνος. «Να έρθει το παιδί, εγώ κουράστηκα». Δε διάβασε όμως ο ίδιος το γράμμα να καταλάβει τι είχε συμβεί. Αργότερα η μητέρα του πήγε στο Αίγιο και έδειξε όλο χαρά το γράμμα σε μια ξαδέλφη της και της είπε, για κοίτα εδώ, πρώτος τελείωσε ο γιος μου, δάσκαλος! Τι δάσκαλος, λέει αυτή, εδώ γράφει πως έγινε ηθοποιός! Η μάνα του τρελάθηκε. Τον αποκήρυξε η οικογένεια κι ο μπάρμπας βέβαια πήρε πίσω το προξενιό. «Δε τη σφάζω καλύτερα», είπε «που θα τη δώσω σε θεατρίνο!»
Όταν όμως έπαιξε τον πρώτο του σημαντικό ρόλο στα «Δημιουργηθέντα Συμφέροντα» στο Εθνικό και του έγραψαν καλή κριτική στην εφημερίδα, όλα άλλαξαν. Γιατί στη διπλανή στήλη απ’ την κριτική υπήρχε ένα άρθρο για τον υπουργό των οικονομικών, τον Μιχαλακόπουλο, ο οποίος ήταν απ’ τα άνω χωριά του Διακοφτού, και όλοι τον είχαν ίνδαλμα. Όταν είδαν λοιπόν το όνομά του δίπλα στο όνομα του Μιχαλακόπουλου και διαβάζοντας πως παίζει στο Βασιλικό Θέατρο, άρα στο θέατρο του Βασιλιά, τότε μόνο αποδέχτηκαν την απόφασή του, τόσο η οικογένεια όσο και το υπόλοιπο χωριό. Πέθανε ολομόναχος, στο διαμέρισμά του στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, στις 13 Απριλίου το 1984.
