Η χαρισματική της προσωπικότητα , ο μυστικιστικός ερωτισμός και η θυελλώδης συναισθηματική ζωή της επηρέασαν, όχι μόνο λογοτέχνες, αλλά και ζωγράφους, γλύπτες και φωτογράφους, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στη μυστηριακά ακαταμάχητη γοητεία της. Ιδιαίτερη έλξη στον Ιταλό ζωγράφο Αμεντέο Μοντιλιάνι, όταν συναντήθηκε μαζί της στο Παρίσι το 1910, όπου είχε πάει για το μήνα του μέλιτος με τον άντρα της. Τον ξανασυνάντησε σ’ ένα δεύτερο ταξίδι της στο Παρίσι το 1911 και έζησαν μαζί μια έντονη ερωτική σχέση. Στο διάστημα αυτό απο το 1910 μέχρι το 1912 , ο Μοντιλιάνι την απαθανάτισε σε δεκαέξι σκίτσα, σε πολλά από αυτά γυμνή, που της τα χάρισε με το χωρισμό τους και που αυτή τα φύλαγε, μέχρι το τέλος της ζωής της. Διάσημοι Ρώσοι καλλιτέχνες έχουν επίσης απεικονίσει τη χαρακτηριστική μορφή της, σε πίνακες ζωγραφικής, που κοσμούν τα μεγάλα μουσεία της Ρωσίας. Πολλά μνημεία, φιλοτεχνημένα από Ρώσους καλλιτέχνες, είναι αφιερωμένα στην πιο διάσημη Ρωσίδα ποιήτρια του 20ου αιώνα. Ένα επιβλητικό μνημείο της, έργο της γλύπτριας Γκαλίνα Ντοντόνοβα , ύψους 3.3 μ., αποκαλύφθηκε το Δεκέμβριο 2006 στην Προκυμαία Ροβεσπιέρου του ποταμού Νέβα στην Αγία Πετρούπολη. Έχει στηθεί, σύμφωνα με την εκφρασμένη στο ποίημά της «Ρέκβιεμ» δική της επιθυμία, μπροστά στις φυλακές Κρέστι , όπου είχε εγκλειστεί ο γιος της Λεβ Γκουμιλιόφ από το σταλινικό καθεστώς. Για την Αννα Αχμάτωβα ο λόγος που γεννήθηκε στο Μπολσόι Φοντάν, κοντά στην Οδησσό, στις 23 Ιουνίου το 1889 και πέθανε στις 5 Μαρτίου το 1966. Για τους Σταλινικούς ήταν πουτάνα. Της άρεσε ο έρωτας, το σέξ και να ξαπλώνει με άνδρες στο κρεβάτι. Γυναίκα ήταν, αυτό ήταν φυσιολογικό να της αρέσει. Ο έρωτας, το πάθος, το σεξ. Πουτάνα την ήθελε το κράτος για να γράφει για το κομουνισμό. Αλλά δεν έγινε. Το 1912, στα 23 της, ήταν πια γνωστή ποιήτρια, αλλά πριν εκδοθεί η πρώτη της συλλογή ο πατέρας της δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει το ονομά του για να μην εξευτελιστεί και υπέγραψε με το όνομα της προγιαγιάς της. Πρώτος της γάμος με την ποιητή Νικολαϊ Στεπάνοβιτς Γκουμελιώφ, μεγάλος γυναικάς , όπως και ο τρίτος της άντρας, ο ιστορικός της τέχνης Νικολαϊ Πούνιν. Ο δεύτερος της, ο καθηγητής πανεπιστημίου της Πετρούπολης Βλάντιμιρ Σιλέϊκό, την αγαπούσε πολύ , όμως δεν τον άντεχε επειδή την ζήλευε.. Από το 1933, τον Λέβ, τον γιο της Αχμάτοβα και του Γκουμελιώφ, αρχίζουν και τον μπουζουριάζουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο πατέρας του Λεβ εκτελέστηκε το 1921 για εσχάτη προδοσία.Μετά την αποσταλινοποίηση, ο Λεβ αποφυλακίζεται το 1956 και δεν θέλει να δει την μάνα του. Την θεωρεί υπαίτια του εγκλεισμού του για 18 χρόνια στα γκούλαγκ της Σιβηρίας. Γιατί, η Αχμάτοβα δεν έγλυψε, δεν πηδήχτηκε, δεν έγραψε για τον κομμουνισμό, δηλαδή δεν είπε μια καλή κουβέντα για το καθεστώς και αυτός να πάρει χάρη. Αρνηση και απο τον γιό της λοιπόν. Κορυφαίο της ποίημα το Ρέκβιεμ. Είναι ο θρήνος της για όλα τα θύματα του Στάλιν. Πολλά χρόνια το ρέκβιεμ το έγραφε μέσα στο μυαλό της απο τον φόβο μην μπουκάρουν τα κομματόσκυλα και αρπάξουν τους στίχους. Το Ρέκβιεμ ήταν κλειδωμένο για καμμιά 20αριά χρόνια. Στη Δύση δημοσιεύτηκε στα ρωσικά το 1963 και από τον επόμενο χρόνο σε μεταφράσεις, στη Ρωσία είδε επίσημα το φως μόνο το 1987, στις σελίδες ενός περιοδικού. Τι είχε λοιπόν αυτό το έργο, ώστε σχεδόν για μισό αιώνα να παραμένει σε αφάνεια και τις δύο, τουλάχιστον, πρώτες δεκαετίες ούτε καν σε χειρόγραφη μορφή παρά μόνο στη μνήμη λίγων απολύτως έμπιστων φίλων; Οπως γράφει η ίδια η Αχμάτοβα στο Ρέκβιεμ, ποιος να της το έλεγε στο ανέμελο λαμπρό ξεκίνημά της, στη δεύτερη δεκαετία του αιώνα μας, τι δοκιμασίες τής ετοίμαζε η μοίρα. Εκτέλεση του πρώτου άντρα της, ποιητή Ν. Γκουμιλιόφ το 1921, σύλληψη το 1935 του γιου τους Λεβ και του τρίτου άντρα της Ν. Πούνιν αλλά αφέθηκαν ελεύθεροι έπειτα από ένα γράμμα της Αχμάτοβα στον Στάλιν, δεύτερη σύλληψη του Λεβ το 1938 και η δραματική αναμονή έξω από τις φυλακές όπως την αναπλάθει στο Ρέκβιεμ. Στις 5 Μαρτίου 1966, η Αχμάτοβα άφησε την τελευταία της πνοή από έμφραγμα σε ηλικία 76 ετών σε ένα σανατόριο στην πόλη Ντομοντέντοβο, νότια της Μόσχας, η σορός της μεταφέρθηκε αεροπορικώς στην Αγία Πετρούπολη τότε Λένινγκραντ και ετάφη στο κοιμητήριο του Κομαρόβο, κοντά στην Αγία Πετρούπολη. Το 1965 απονέμεται στην Αχμάτοβα ο τίτλος της επίτιμης διδάκτορα από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ενώ η UNESCO κήρυξε το έτος 1989 «Έτος Αχμάτοβα».
Όχι, δεν ζήτησα τον ξένον ουρανό,
ούτε φτερούγας ξένης προστασία
ήμουν με τον λαό μου τότε εδώ
όπου ο λαός μου ζούσε μες στη δυστυχία.
